Ένα Καλοκαίρι στο Διασορίτη(1)
Με
την αιγίδα του Τομέα Αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του
Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ο
Ιστορικός Όμιλος Νάξου ΑΡΣόΣ, ο Πολιτιστικός Σύλλογος Τραγαίας και η Περιφέρεια
Νοτίου Αιγαίου συνδιοργανώνουν στο Χαλκεί της Νάξου έξι συν ένα (6+1) μαθήματα
για τη βυζαντινή Νάξο: Διοίκηση, οικονομία, κοινωνία και τέχνη, μέσα από τις
μαρτυρίες των μνημείων της κεντρικής Νάξου (Σαγκρή, Χαλκεί, Μονή, Δανακός,
Απεράθου).
Μνήμη
Ιωάννη Παπαρρηγόπουλου,
Νικολάου Δρανδάκη,
Γεωργίου Δημητροκάλλη, Νίκου
Κεφαλληνιάδη
και τιμή
Μυρτάλης Αχειμάστου-Ποταμιάνου,
Χρυσούλας Σταυρινού-Μπαλτογιάννη
και Σταύρου Μπαλτογιάννη
Στα 1932 ο
Νίκος Καλογερόπουλος έκπληκτος ανακάλυπτε τριάκοντα πέντε άγνωστους βυζαντινούς
ναούς στη Νάξο! Ανακοίνωσε τα ευρήματά του στην Αρχαιολογική Εταιρεία, τον
Φεβρουάριο του 1932, και, στη συνέχεια, η ανακοίνωση δημοσιεύτηκε στο περιοδικό
ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. «Σημαντική αληθώς δια την τέχνην δύναται να θεωρηθή η ύπαρξις
μεγάλου πλήθους βυζαντινών ναό εν μία μόνη νήσω» – γράφει. «Και μάλιστα, όταν
οι ναοί είναι κατάγραφοι από
παλαιοτάτας βυζαντινάς τοιχογραφίας (…) η αποκάλυψις αγνώστων καταγράφων ναών εν Νάξω δύναται να θεωρηθή σπουδαιοτάτη,
και μάλιστα ακόμη περισσότερον, εάν ληφθή υπ’ όψιν ο χαρακτήρ, το πλήθος, αι
πολλαί χρονικαί περίοδοι, η διάταξις, οι ζωγράφοι και η τεχνική των έργων
τούτων». Και λίγο παρακάτω «Ένας νέος
αληθώς αγροτικός Μυστράς, πολύ παλαιότερος, απλούται προ ημών εν ερημίαις
και όρεσιν με τον απλοϊκόν αυτού χωρικόν χαρακτήρα (…)». Έκτοτε, Ναξιώτες
λόγιοι και άλλοι, άκριτα, επαναλαμβάνουν τα του «Μυστρα»! και προσθέτουν σχέδια
περί βυζαντινού πάρκου κ. ά.(2)
Δεν πρόκειται για ένα νησιώτικο αγροτικό Μυστρά, για τον
απλούστατο λόγο ότι όταν διαμορφωνόταν και εξελισσόταν η ιστορία της Ανατολικής
Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στη Νάξο, στο Αιγαίο, ο Μυστράς δεν υπήρχε καν, ούτε σαν
υποψία ούτε σαν όνειρο! Υπήρξε ατυχής για τα χρόνια που ακολούθησαν η
«έμπνευση» του Νίκου Καλογερόπουλου, γιατί αν για την εποχή του είχε την αιτία
της και την αξία της – ο Μυστράς, τότε,
είχε γίνει ήδη «γνωστός» - στις μέρες μας δεν έχει καμιά δικαιολογία η
επανάληψή της.(3) Και επειδή «οι ναοί κατοικούν στα χωριά και στην ύπαιθρο, στα
πεδινά, στα παραθαλάσσια, και στα ορεινά μέρη»
δεν υπάρχει λόγος για κατασκευή «βυζαντινού πάρκου» αλλά για μια
πολιτική ικανή να συλλάβει το χώρο και την ιστορικότητά του. Μάλλον, όλ’ αυτά,
μαρτυρούν την αδυναμία των εγχώριων λογίων αλλά και των Ναξίων γενικότερα να
αποτιμήσουν και να εκτιμήσουν το εύρος του πολιτισμικού θησαυρού τον οποίο
διαθέτουν, με τον οποίο έχουν την τύχη να συμβιώνουν και να συνδιαλέγονται!
Ειδικά σ’ αυτά τα τελευταία εντοπίζεται το πρόβλημα.
Δεν είναι ανάλογη όμως η στάση και η θέση
των Ναξίων επιστημόνων απέναντι στην βυζαντινή ιστορία τους, στον πολιτισμό και
στο παρελθόν του νησιού τους. O έγκριτος
Νάξιος βυζαντινολόγος Γεώργιος Μαστορόπουλος γράφει: «Η νήσος Νάξος […] κατέχει
σημαντικότατη θέση στο πλαίσιο της βυζαντινής τέχνης λόγω μεγάλου αριθμού ναών,
κυρίως τοιχογραφημένων, αναγόμενων στους πρώιμους, μέσους και ύστερους
βυζαντινούς χρόνους. Η πυκνότητα αυτή δεν παρατηρείται σε κανένα άλλο νησί του
Αιγαίου. Η Νάξος υπερέχει και αυτής ακόμα της Κρήτης ως προς τη χρονική έκταση
που καταλαμβάνουν τα σωζόμενα μνημεία της. Καμιά άλλη περίοδος στην μακραίωνη
ιστορία του νησιού δεν έχει αφήσει τόσο πολλές και τόσο σημαντικές μνημειακές
μαρτυρίες όσο η βυζαντινή. Ιδιαίτερα ο ζωγραφικός διάκοσμος συνιστά ένα
εντυπωσιακό φαινόμενο μέσα στον ελλαδικό αλλά και στον ευρύτερο χώρο. Με τον
πλούτο αυτό δίνεται σαφώς η εντύπωση ότι το νησί είχε τότε εξέχουσα θέση στην
περιοχή του Αρχιπελάγους, γεγονός που προκύπτει και από επιγραφικές μαρτυρίες
[…]».(4)
Αλλά και η λαμπρή
βυζαντινολόγος Μυρτάλη Αχειμάστου Ποταμιάνου έρχεται να επιβεβαιώσει και να
ενδυναμώσει τις τοποθετήσεις του Γ. Μαστορόπουλου: «Η Νάξος, γράφει, η μεγάλη
κεντρική των Κυκλάδων νήσος, […] με το μνημειακό παρόν της να κρατεί δυνατή
στον αιώνα την πνοή των χρόνων που πέρασαν. Είναι από τους λίγους τόπους της
ελληνικής επικράτειας που είχαν το προνόμιο να διατηρήσουν σε τόση έκταση τα
ιερά τους. Ανάμεσά τους, πολυάριθμες βυζαντινές εκκλησίες και περισσότερο
εξωκκλήσια «κατοικούν» στα χωριά και στην ύπαιθρο, στα πεδινά, στα παραθαλάσσια
και στα ορεινά μέρη. Με την αρχιτεκτονική, τις τοιχογραφίες, τα γλυπτά και τις
επιγραφές που διασώζουν συνθέτουν αδιατίμητη ακόμη στο σύνολο εικόνα της
παλαιοχριστιανικής και της βυζαντινής εποχής του νησιού. […] «Σήμαντρα»,
«μαντατοφόροι», με αλλεπάλληλες ζωγραφίσεις σε αδιάκοπη συνέχεια από τον 7ο
ως τον 14ο αιώνα, οι ναοί της Νάξου σωζόμενοι σε μεγάλο αριθμό
«κρατούνε τη μορφή του αγέρα / ενώ ο αγέρας έφυγε» (Γ. Σεφέρης, Τρία κρυφά ποιήματα, Αθήνα 1966, σ. 25,
33)».(5)
Το μνημειακό αυτό σύνολο, ναοί, ζωγραφικός διάκοσμος, επιγραφές, από
μόνο του, αποτελεί την «εγκυρότερη ιστορική μαρτυρία»(6) και μας επιτρέπει να
ισχυριστούμε ότι η Νάξος δεν έπαψε να κατέχει σημαντική θέση στο διοικητικό,
εκκλησιαστικό, οικονομικό αλλά και καλλιτεχνικό πεδίο μεταξύ των νησιών του
Κυκλαδικού συμπλέγματος αλλά και μεταξύ των επαρχιών της Ανατολικής Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας μέχρι την άλωση της από τις συνασπισμένες δυτικές δυνάμεις
(σταυροφορικά στρατεύματα) στα 1204.(7) Επιπλέον, οι επιγραφικές μαρτυρίες στον
επισκοπικό ναό της Πρωτοθρόνου για τους κτήτορες και τους επώνυμους κοσμικούς
και εκκλησιαστικούς άρχοντες της Νάξου (1052), αναβαθμισμένη στο στρατιωτικό
(τούρμα) και στο εκκλησιαστικό πεδίο, επιτρέπουν να συνδεθεί η δημογραφική, οικονομική,
κοινωνική και καλλιτεχνική άνθιση με την ίδρυση του θέματος του Αιγαίου και την
παρουσία στρατηγού στο νησί.
Επιβιώσεις ελληνικών και ρωμαϊκών ονομάτων, τοπωνυμίων και η ιστορική
σήμανση της περιοχής μαρτυρούν την συνεχή κατοίκηση της Κεντρικής Νάξου. Μας οδηγούν στην υπόθεση ότι η οικιστική
σύνθεση και οργάνωση της Κεντρικής Νάξου
- ιδιαίτερα στην Τραγαία και στ’ Απεράθου - εκτός από τα χωρία, δηλαδή ένα σύνολο κατοικιών που έχουν γύρω τους τα χωράφια
και τα αγροκτήματα, περιελάμβανε και τις κτήσεις
όπου «αι καθέδραι πολλαί και των
οικητόρων αι οικήσεις διεσπαρμέναι και αλλήλων πολύ αποδιηρημέναι ετύγχανον,
όπου δηλαδή του εκάστου κτησίδιον έκειτο».(8)
Να σημειωθεί ότι η αγιογράφηση των ναών μαρτυρά ενίοτε τον απόηχο που φτάνει στη Νάξο από τα
καλλιτεχνικά ρεύματα της κεντρικής και υψηλής πολιτιστικής ζώνης, της Κωνσταντινούπολης
κυρίως, χωρίς βέβαια να φτάνουν ποτέ στο επίπεδό της, καθώς όλη αυτή η τέχνη
που προσλαμβάνεται υλοποιείται στην επαρχία με τον κλειστό, συντηρητικό
χαρακτήρα της.(9)
Στην περίοδο της Λατινοκρατίας, στην περιοχή της κεντρικής Νάξου οι
φράγκικες επιδράσεις είναι δυσδιάκριτες έως και ανύπαρκτες και η διαπίστωση
αυτή μπορεί να μαρτυρά μια αφυπνισμένη
ορθόδοξη, αν όχι εθνική, συνείδηση.(10)
Στην ευρύτερη περιοχή της Τραγαίας, ο μεγάλος σε σχέση με την
περιορισμένη εδαφική έκταση, αριθμός ναών, μαρτυρά ότι η περιοχή μπορεί να
αποτελούσε τόπο λατρείας για τους εγχώριους κοπιαστές καλλιεργητές στη διάρκεια
των ιστορικών χρόνων, από την πρωτοβυζαντινή εποχή έως και ……..
Μ’ αυτές τις επισημάνσεις αναλάβαμε, ο Πολιτιστικός Σύλλογος Τραγαίας
και ο Ιστορικός Όμιλος Νάξου ΑΡΣόΣ, - με την επιστημονική συνδρομή του
Καθηγητού του Παν/μίου Αθηνών κ. Γιώργου Πάλλη και την αρωγή της Περιφέρειας
Νοτίου Αιγαίου, - την πρωτοβουλία να διοργανώσουμε στο Χαλκεί (2-5 Αυγούστου
2018) την εκπαιδευτική-επιστημονική δράση (έξη συν ένα, 6+1, μαθήματα) με θέμα: οικονομία, κοινωνία, διοίκηση και τέχνη στη
Βυζαντινή Νάξο, μέσα από τις μαρτυρίες των μνημείων της κεντρικής Νάξου
(Σαγκρή, Χαλκεί, Μονή, Δανακός, Απεράθου).
Η πρωτοβουλία αυτή αποτελεί
αναμφίβολα θετική εξέλιξη για τα πολιτιστικά δρώμενα στο Νησί μας: συμβάλλει στην
ανάδειξη του ιστορικού και πολιτιστικού πλούτου της Κεντρικής Νάξου, και, στο
μέτρο των δυνατοτήτων της, προσφέρει στους ιστορικούς μια ακόμη ευκαιρία να
προσεγγίσουν μέσω των βυζαντινών μνημείων της περιοχής όψεις της κοινωνίας της Νάξου, από την πρωτοχριστιανική-πρωτοβυζαντινή
εποχή έως και τον 14ο αι.
Τέλος, προτείνουμε οι Πολιτιστικοί Σύλλογοι του Νησιού, τα τοπικά
Κοινοτικά Συμβούλια, ο Δήμος Νάξου και Μικρών Κυκλάδων, η Περιφέρεια Νοτίου
Αιγαίου, η Εφορεία Αρχαιοτήτων και το Υπουργείο Πολιτισμού, να αναλάβουν την ευθύνη της κινητοποίησης που σκοπό
θα έχει την διοργάνωση βυζαντινολογικού Συνεδρίου παγκοσμίου ενδιαφέροντος, με
κέντρο τη Νάξο και το Χαλκεί, επειδή
«οι βυζαντινές εκκλησιές συνθέτουν
αδιατίμητη ακόμη στο σύνολο εικόνα της παλαιοχριστιανικής και της βυζαντινής
εποχής του νησιού»!
Αυτή την αδιατίμητη εικόνα δεν θέλουμε και
δεν πρέπει να την χάσουμε!!!!
Σημειώσεις
1.«Διασορίτης, ο (Χαλκεί). Η τοποθεσία
πήρε το όνομά της από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Διασορίτου, που
κτίσθηκε τον 11ο αιώνα Οι τύποι Διασορίτης, Διοσιερίτης, Διασορηνός
και Διοσιερηνός έχουν ερμηνευθεί από τον Κωνσταντίνο Άμαντο σαν εθνικά του Διός
Ιερού της Λυδίας, που κατόπιν ονομάστηκε Πυργίον. Από τον Παχυμέρη (τ. 2 σ.
260) φαίνεται πως στο Διός Ιερόν υπήρχε μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου, που η
λατρεία του με εικόνες ή με άλλο τρόπο, διαδόθηκε σε πολλούς τόπους. Το τπνμ.
απαντά στη Χίο, Αμοργό, Αττική, Καππαδοκία, Λακωνική, Κω. Και στη Σκύρο υπάρχει
ο Άγιος Γεώργιος ο Διασουρίτης». βλ.
Αντωνίου Φλ. Κατσουρού, Τοπωνύμια της Νάξου, Ναξιακόν Αρχείον,
1947. Αναδημοσίευση π. Απεραθίτικα, τ. 2, έτος 2, 1989.
2. Η έννοια του «πάρκου» δεν είναι και
τόσο αθώα: παραπέμπει σε ιδιωτικά (προς ίδιον όφελος) συμφέροντα. Ειδικά στις
μέρες μας….. Φαντάζεστε την Κεντρική Νάξο πάρκο;;;;!!!!!!;;;;;; Την δύναμη
ελέγχου που θα αποκτούσε, για σειρά ζητημάτων, ο «διαχειριστής» του στο νησί;
3. Νίκος Καλογερόπουλος, Τριακονταπέντε άγνωστοι βυζαντινοί ναοί της
Νάξου, Νέα Εστία 14, 1933, τ. 159, 160, 161. Αναδημοσίευση π. Απεραθίτικα,
τ. 3, έτος Ι, 1988/1989.
4. Γεώργιος Μαστορόπουλος, Νάξος το άλλο κάλλος. Περιηγήσεις σε βυζαντινά μνημεία, Ελληνικές
Ομοιογραφικές Εκδόσεις.
5. Μυρτάλη Αχειμάστου Ποταμιάνου, Άγιος Γεώργιος ο Διασορίτης της Νάξου. Οι
τοιχογραφίες του 11ου αιώνα, Υπουργείο Πολιτισμού και
Αθλητισμού, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, Αθήνα 2016.
6. Μανώλης Χατζηδάκης, Εισαγωγή, Νάξος. Η Βυζαντινή τέχνη στην
Ελλάδα, εκδ. Μέλισσα.
7. Χρονολογία ορόσημο επειδή η Νάξος,
οι Κυκλάδες, αποκόπτονται από τον κορμό της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
και μετά από εξακόσια (600) χρόνια υποδούλωσης θα μπορέσουν να συμπορευθούν με
τους ελεύθερους Έλληνες και να αποτελέσουν μέρος του νέου Ελληνικού Κράτους.
8. Πάρις Γουναρίδης, Η θέση του χωρικού στη Βυζαντινή κοινωνία,
Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, Αθήνα 1993.
9. Ν. Δρανδάκης, Οι Παλαιοχριστιανικές τοιχογραφίες στη Δροσιανή της Νάξου, έκδοση
του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, Αθήνα 1988.
10. Αλ. Κωσταρέλλη, Η κατάκτηση της Νάξου από τους Βενετούς. Σχέσεις
Βενετών και ντόπιων κατοίκων μετά την κατάκτηση. Επιδράσεις στη μνημειακή τέχνη
του 13ου και 14ου αι., Φλέα τ. 15, Ιούλιος- Σεπτέμβριος
2007.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
Πέμπτη 2 Αυγούστου 2018
Εισαγωγή
στα μαθήματα Γ. Πάλλης
Δ.
Αθανασούλης (Δρ Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Προϊστάμενος
Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων)
Το έργο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων
στα βυζαντινά μνημεία της κεντρικής Νάξου
Παρασκευή 3 Αυγούστου 2018
Κ. Ρούσσος (Δρ. Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Μεταδιδακτορικός ερευνητής, Ινστιτούτο
Μεσογειακών Σπουδών-ΙΤΕ)
Το
πολιτιστικό τοπίο της κεντρικής Νάξου κατά τη Βυζαντινή περίοδο: άνθρωποι -
περιβάλλον - υλικός πολιτισμός.
Xρ. Σταυράκος (καθηγητής Βυζαντινής Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων)
Κοινωνία
και οικονομία της βυζαντινής Νάξου από αρχαιολογικά τεκμήρια και γραπτές πηγές.
Σάββατο 4 Αυγούστου 2018
Κλ. Ασλανίδης (Δρ. Αρχιτέκτων-Αναστηλωτής Πανεπιστημίου Πατρών)
Εκκλησιαστική
αρχιτεκτονική στην κεντρική Νάξο: 5ος-12ος αιώνας.
Γ. Πάλλης (Επίκουρος Καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό
Πανεπιστήμιο Αθηνών)
Μαρμάρινα
αρχιτεκτονικά μέλη και ανάγλυφα από την κεντρική Νάξο: επισκόπηση και ερμηνεία.
Κυριακή 5 Αυγούστου 2018
Δ. Κωνσταντέλλου
(υποψήφια Δρ. Βυζαντινής Αρχαιολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο
Αθηνών)
Διαβάζοντας τις βυζαντινές τοιχογραφίες της
κεντρικής Νάξου: η κοινωνική και πολιτισμική διάσταση.
Στ. Λεκάκης (Δρ. Κλασικής Αρχαιολογίας, Research
Fellow, McCorde Center, Newcastle University)
Διαχείριση βυζαντινών μνημείων στη Νάξο: το πλαίσιο και η δυναμική. Κ.
Στην πλατεία των Ακαδήμων,
8 μμ.